ΠΤΗΝΑ

Τα πτηνά στην Ελλάδα είναι μια πολύ μεγάλη ομάδα θηεύσιμων ειδών, σχηματίζοντας μια πλούσια σε είδη ορνιθοπανίδα. Αν και οι πληθυσμοί της συντριπτικής πλειονότητας των ειδών είναι μικροί, λόγω της περιορισμένης έκτασης της χώρας και του κατακερματισμού των βιοτόπων. Επιπλέον, παρά το ότι υπάρχουν
ακόμη πολλά κενά στις επιστημονικές μας γνώσεις για την ακριβή γεωγραφική κατανομή, τους πληθυσμούς, αλλά και τη βιολογία/οικολογία πολλών ειδών, τα πουλιά είναι μία από τις καλύτερα μελετημένες ομάδες σπονδυλοζώων στην Ελλάδα.

1. ΚΟΤΣΥΦΑΣ

Μήκος 25cm. Το αρσενικό είναι κατάμαυρο με κίτρινο ράμφος και μαύρα πόδια, ενώ το θηλυκό και το ανήλικο γενικά σκούρο καφέ μ’ ανοιχτότερο στήθος. Συνήθως συναντάται σε ζεύγη. Το αρσενικό κελαηδά πολύ όμορφα καθισμένο σε κάποιο ψηλό σημείο, κλαδί, βράχο ή κτίριο. Είδος επιδημητικό και τον χειμώνα ο πληθυσμός του αυξάνεται σημαντικά.

1. ΚΟΤΣΥΦΑΣ

Μήκος 25cm. Το αρσενικό είναι κατάμαυρο με κίτρινο ράμφος και μαύρα πόδια, ενώ το θηλυκό και το ανήλικο γενικά σκούρο καφέ μ’ ανοιχτότερο στήθος. Συνήθως συναντάται σε ζεύγη. Το αρσενικό κελαηδά πολύ όμορφα καθισμένο σε κάποιο ψηλό σημείο, κλαδί, βράχο ή κτίριο. Είδος επιδημητικό και τον χειμώνα ο πληθυσμός του αυξάνεται σημαντικά.

2. ΜΠΕΚΑΤΣΑ

Μήκος 34 cm. Σε μέγεθος περιστεριού με κοντόχοντρο σώμα και στρογγυλεμένες φτερούγες και κρυπτικό χρωματισμό. Οι ραβδώσεις στο κεφάλι είναι κάθετες σε αντίθεση με το Μπεκατσίνι. Χαρακτηριστικό μακρύ ράμφος, μεγάλα μάτια, τοποθετημένα ψηλά στο κεφάλι. Πτήση θορυβώδης, γρήγορη και χαμηλή, ανάμεσα στα δένδρα, στο μισοσκόταδο ή το βράδυ.

3. ΠΕΤΡΟΠΕΡΔΙΚΑ

Μήκος 33 – 36cm. Σώμα στρογγυλεμένο. Έχει χαρακτηριστικό μαύρο περιλαίμιο που αρχίζει πάνω από το ράμφος, περιβάλλει τα μάτια, εκτείνεται προς τα πίσω, πάνω από τα αυτιά και κατεβαίνει προς το λαιμό. Στο πάνω μέρος προεκτείνεται προς τη βάση του ράμφους και σχηματίζει «χαλινάρι». Στα πλευρά έχει περίπου 14 μαύρες και άσπρες εναλλασσόμενες ραβδώσεις. Ράμφος και πόδια κόκκινα.

4. ΤΡΥΓΟΝΙ

Μήκος 27cm. Μικρόσωμο περιστεροειδές με ασπρόμαυρα χαρακτηριστικά σχήματα στο λαιμό, στίγματα στις φτερούγες και ασπρόμαυρη ουρά. Γρήγορο, σπασμωδικό πέταγμα. Αναπαράγεται σε πεδινά δάση και συστάδες δένδρων. Αποδημητικό είδος, έρχεται στη χώρα μας τον Απρίλη, αναπαράγεται και φεύγει για τις θερμότερες χώρες τον Αύγουστο με Σεπτέμβριο.

5. ΦΑΣΣΑ

Μήκος 38 – 43cm. Μεγαλόσωμο περιστεροειδές, με σχετικά μακριά ουρά με χαρακτηριστική λευκή ράβδωση στις φτερούγες, που φαίνεται από μακριά. Αναγνωρίζεται κυρίως από την λευκή περιοχή στο λαιμό, περιτριγυρισμένη από μεταλλικό πράσινο. Κάτω μέρος φτερούγων σκούρο. Φύλα όμοια. Φωλιάζει σε δένδρα, σπάνια σε βράχια. Είδος επιδημητικό αλλά και χειμερινός επισκέπτης.

2. ΜΠΕΚΑΤΣΑ

Μήκος 34 cm. Σε μέγεθος περιστεριού με κοντόχοντρο σώμα και στρογγυλεμένες φτερούγες και κρυπτικό χρωματισμό. Οι ραβδώσεις στο κεφάλι είναι κάθετες σε αντίθεση με το Μπεκατσίνι. Χαρακτηριστικό μακρύ ράμφος, μεγάλα μάτια, τοποθετημένα ψηλά στο κεφάλι. Πτήση θορυβώδης, γρήγορη και χαμηλή, ανάμεσα στα δένδρα, στο μισοσκόταδο ή το βράδυ.

3. ΠΕΤΡΟΠΕΡΔΙΚΑ

Μήκος 33 – 36cm. Σώμα στρογγυλεμένο. Έχει χαρακτηριστικό μαύρο περιλαίμιο που αρχίζει πάνω από το ράμφος, περιβάλλει τα μάτια, εκτείνεται προς τα πίσω, πάνω από τα αυτιά και κατεβαίνει προς το λαιμό. Στο πάνω μέρος προεκτείνεται προς τη βάση του ράμφους και σχηματίζει «χαλινάρι». Στα πλευρά έχει περίπου 14 μαύρες και άσπρες εναλλασσόμενες ραβδώσεις. Ράμφος και πόδια κόκκινα.

4. ΤΡΥΓΟΝΙ

Μήκος 27cm. Μικρόσωμο περιστεροειδές με ασπρόμαυρα χαρακτηριστικά σχήματα στο λαιμό, στίγματα στις φτερούγες και ασπρόμαυρη ουρά. Γρήγορο, σπασμωδικό πέταγμα. Αναπαράγεται σε πεδινά δάση και συστάδες δένδρων. Αποδημητικό είδος, έρχεται στη χώρα μας τον Απρίλη, αναπαράγεται και φεύγει για τις θερμότερες χώρες τον Αύγουστο με Σεπτέμβριο.

5. ΦΑΣΣΑ

Μήκος 38 – 43cm. Μεγαλόσωμο περιστεροειδές, με σχετικά μακριά ουρά με χαρακτηριστική λευκή ράβδωση στις φτερούγες, που φαίνεται από μακριά. Αναγνωρίζεται κυρίως από την λευκή περιοχή στο λαιμό, περιτριγυρισμένη από μεταλλικό πράσινο. Κάτω μέρος φτερούγων σκούρο. Φύλα όμοια. Φωλιάζει σε δένδρα, σπάνια σε βράχια. Είδος επιδημητικό αλλά και χειμερινός επισκέπτης.